
SkalaTimes
Κάθε χρόνο, τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, όταν τα ρολόγια δείχνουν δώδεκα και οι καμπάνες της Ανάστασης ηχούν σε κάθε γωνιά του τόπου, κάτι βαθύτερο συμβαίνει πέρα από τα αναμμένα κεριά και το “Χριστός Ανέστη” που πλημμυρίζει τον αέρα. Είναι η στιγμή που ο άνθρωπος καλείται να προσεγγίσει το πιο ιερό Μυστήριο της πίστης: τη Θεία Κοινωνία.
Σε μια κοινωνία όπου όλα τρέχουν, η Θεία Κοινωνία παραμένει αμετακίνητο σύμβολο πνευματικής γαλήνης και εσωτερικής κάθαρσης. Ιδίως τη νύχτα της Ανάστασης, η προσέλευση στο Άγιο Ποτήριο αποκτά έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα: γίνεται πράξη βαθιάς πίστης, εσωτερικού φωτισμού και αναγέννησης. Δεν είναι απλώς μια παράδοση που ακολουθούμε, είναι μια συνάντηση με το θείο, σε μια νύχτα που όλα – συμβολικά και ουσιαστικά – γεννιούνται ξανά.
Η Θεία Κοινωνία αυτή τη νύχτα δεν αφορά μόνο τους «τυπικά πιστούς». Είναι για όλους όσους έστω και για λίγο νιώθουν την ανάγκη να επιστρέψουν κάπου ασφαλές. Είναι για εκείνους που ίσως όλη τη χρονιά βρίσκονται μακριά από την Εκκλησία, αλλά μέσα τους καίει ακόμη μια σπίθα πίστης. Είναι η ώρα που, όσο η νύχτα δίνει τη θέση της στο φως, οι ψυχές πλησιάζουν, διστακτικά μα ειλικρινά, το Άγιο Δισκοπότηρο.
Η Θεία Κοινωνία του Πάσχα είναι κι ένα είδος προσωπικής λύτρωσης. Ύστερα από τη σιωπή της Μεγάλης Εβδομάδας, τη νηστεία, τη σωματική και πνευματική εγκράτεια, έρχεται αυτή η πράξη αγάπης, αποδοχής και συγχώρεσης. Ο άνθρωπος κοινωνεί όχι επειδή είναι τέλειος, αλλά γιατί ελπίζει. Επειδή θέλει να ξαναγεννηθεί. Επειδή το φως της Ανάστασης δεν του αρκεί να το κρατά στο χέρι – θέλει να το νιώσει μέσα του.
Στα χωριά, στις πόλεις, σε κάθε μικρή εκκλησία της Κύπρου, η σκηνή είναι γνώριμη και συγκινητική: παιδιά με αγουροξυπνημένα βλέμματα, ηλικιωμένοι που στηρίζονται στα μπαστούνια τους, οικογένειες που στέκονται μαζί στην ουρά. Και στο τέλος, η γαλήνη στο βλέμμα εκείνου που κοινώνησε. Εκείνου που κουβαλά πια ένα φως εσωτερικό, που δεν σβήνει όταν φυσήξει ο αέρας.
Κι αν κάποιοι, στις μέρες μας, αμφισβητούν ή απομακρύνονται από αυτή την πράξη, είναι ίσως επειδή δεν τη βίωσαν ποτέ πραγματικά. Δεν ένιωσαν εκείνη τη σιωπηλή συγκίνηση της Αναστάσιμης νύχτας, δεν άκουσαν την καρδιά τους να χτυπά λίγο πιο δυνατά την ώρα που πλησίαζαν το Ιερό.
Η Θεία Κοινωνία τα μεσάνυχτα του Πάσχα είναι το αντίδοτο στον κυνισμό. Είναι το φως που δεν φαίνεται, αλλά μένει. Είναι η πράξη πίστης που ενώνει, που απαλύνει, που μας θυμίζει ότι, τελικά, το Πάσχα δεν είναι απλώς μια γιορτή – είναι μια ευκαιρία να επιστρέψουμε εκεί όπου ανήκουμε: στην ελπίδα.
Καλή Ανάσταση με φως, ταπεινότητα και καρδιές έτοιμες να δεχτούν το θαύμα.