Γιάννης Κόκκινος “Ο κυπριακός κινηματογράφος βρίσκεται στον αναπνευστήρα”

Η ταινία μικρού μήκους “The Immortalizer” στην οποία πρωταγωνιστεί και η οποία έχει βραβευτεί και τώρα ξεκινάει το ταξίδι της σε διάφορα φεστιβάλ εκτός Κύπρου, η πορεία του, ο κυπριακός κινηματογράφος, τα μελλοντικά του σχέδια και άλλα πολλά συζητήσαμε με τον ηθοποιό και σεναριογράφο Γιάννη Κόκκινο. Ο Γιάννης ανήκει στην νέα γενιά ταλαντούχων καλλιτεχνών της Κύπρου, από τις δύο πρώτες φορές που τον συνάντησα είχα καταλάβει ότι ανήκει στο είδος των ηθοποιών που σημαίνουν φως. Ο ίδιος πάντος τονίζει ότι “εάν θεωρήσουμε ότι το φως στη ζωή μεταφράζεται σε πολιτισμό για ένα κράτος, τότε ο ηθοποιός οφείλει να πρωτοστατεί, να σηκώνει το βάρος που του αναλογεί, και να βεβαιώνεται ότι η φλόγα διατηρείται ανέπαφη να φουντώνει συνεχώς ώστε να αποφευχθεί η μαυρίλα και η σκουριά του πνευματικού μας επιπέδου”  

Της Γιώτας Δημητρίου

Γιάννη ποιοι δρόμοι σε οδήγησαν στο μονοπάτι της υποκριτικής;
Αποφάσισα να μπω επαγγελματικά στον χώρο του θεάτρου, αφού είχα ήδη ασχοληθεί για ένα διάστημα ερασιτεχνικά με το θέατρο καθώς και με το χορό. Η συγκεκριμένη απόφαση με οδήγησε να σπουδάσω υποκριτική στη Νέα Υόρκη, The Lee Strasberg Theater and Film Institute. Η υποκριτική μου παρέχει την “πολυτέλεια” να μελετώ και να γνωρίζω διάφορους ανθρώπους μέσα από τους χαρακτήρες που ενσαρκώνω. Τους δίνω σάρκα, οστά και πνεύμα με αντάλλαγμα μια θέση για το ταξίδι. Ταξίδια που υλοποιούνται επί σκηνής ή επί οθόνης, σε ποικίλα χρονικά πλαίσια και χώρους, αλλά πάντοτε με άξονα τον άνθρωπο. Να ερωτεύεται, να γελά, να κλαίει, να πονάει, να υποφέρει, να φοβάται, να ουρλιάζει, να σιωπά. Όλα αυτά τα συναισθήματα, το κάθε ένα ξεχωριστά ή σε συνδυασμό, ανάλογα με τον χαρακτήρα, λειτουργούν ως μέσο έκφρασης σκεπτόμενων ανθρώπων, που αρνούνται να υποταχθούν στην εξουσία ή να καλουπωθούν σε ένα σύστημα γάγγραινα αλλά να πορευθούν ως ελεύθερα όντα και κατά συνέπεια να μοιραστούν τις ανασφάλειες και τους προβληματισμούς τους με το σύνολο, άλλοτε σε ήπιους και χιουμοριστικούς τόνους και άλλοτε ωμά και σκληρά.

Ήταν πάντα μέσα στα όνειρα σου μια καριέρα στο χώρο της τέχνης αυτής;
Η υποκριτική, ή το θέατρο και ο κινηματογράφος καλύτερα, ήτανε μέρος της ζωής μου όπως προανέφερα, επειδή είχα ασχοληθεί ερασιτεχνικά, χωρίς όμως να σκέφτομαι ή να ονειρεύομαι ότι θα ασχοληθώ σε επαγγελματικό επίπεδο με το αντικείμενο. Έχω σπουδάσει  Διεθνή Διοίκηση στο Mikkeli University of Applied Sciences, στη Φινλανδία, προτού καταλήξω στη Νέα Υόρκη ενώ προηγουμένως σκεφτόμουν και τη ψυχολογία η οποία ως επιστήμη με συναρπάζει.

Έχεις ζήσει εξωτερικό (Νέα Υόρκη και Φινλανδία) τι κράτησες από εκείνα τα χρόνια στις γειτονιές του κόσμου;
Πάντα μου άρεσαν “οι γειτονιές του κόσμου” (χαμογελά). Δεν είναι μόνο η δική μας γειτονιά στον χάρτη. Οι εμπειρίες που έχω αποκτήσει από τις χώρες αυτές με έχουν ουσιαστικά βοηθήσει στην ολοκλήρωση μου ως προσωπικότητα, ως άνθρωπος. Πέρα απ’ τη νοσταλγία για τα διάφορα μέρη, ως χώροι, που μένουν πάντα χαραγμένα στο μυαλό μου, το καθετί είναι συνδεδεμένο και με μια εμπειρία, γκάφα, τρέλα, μεθύσι κτλ. με ανθρώπους που έχω μοιραστεί αμέτρητες πολύτιμες στιγμές. Άνθρωποι διαφορετικού χρώματος, θρησκείας, πιστεύω, νοοτροπίας, κουλτούρας αλλά όλοι με προσωπικότητα και μοναδικό ζητούμενο την ανθρώπινη επαφή χωρίς παρωπίδες, μικρότητες ή προσωπικές βεντέτες. Νοσταλγώ τις γειτονιές του Manhattan και της Αστόριας, τους ουρανοξύστες αλλά και τα στενά δρομάκια του Soho, τα πάρκα, τα μουσεία και τα θέατρα. Το λεπτό της Νέας Υόρκης (New York Minute). Οι ρυθμοί στην συγκεκριμένη πόλη είναι τόσο γρήγοροι που το λεπτό αποκτά πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα. Θυμάμαι επίσης το ποδήλατο μου στο Mikkeli, στη Φινλανδία, το μπαράκι που σύχναζα με τους συμφοιτητές μου, τα ποτά και τα ξενύχτια, τις κάτασπρες παγωμένες μέρες, τις λευκές νύχτες. Ένα μοναδικό θέαμα που το βρίσκεις μόνο στις χώρες του βορρά.

Εκτός από ηθοποιός είσαι και σεναριογράφος. Η συγγραφή σεναρίων πώς προέκυψε στη ζωή σου; Σου αρέσει γενικότερα το γράψιμο;
Πάντοτε μου άρεσε να γράφω. Από μικρός. Είτε αυτό το ονόμαζα έκθεση στο σχολείο, είτε ποίημα αργότερα, είτε ακόμη και σενάριο πολύ πιο μετά. Το γράψιμο ενώ είναι κουραστικό, σπαζοκεφαλιά, με γαληνεύει, με ταξιδεύει χωρίς σωματικά να έχω σηκωθεί απ’ την καρέκλα, εκτός απ’ το να πάρω τον καφέ μου φυσικά και ίσως για να βρω τον αναπτήρα μου. Δημιουργώ τον μικρόκοσμο μου. Κινώ τα νήματα μέχρι ενός σημείου όπου αναλαμβάνουν τα ηνία οι ήρωες και σου υποδεικνύουν οι ίδιοι την πορεία τους. Εκεί αποκτά και το μεγάλο ενδιαφέρον. Η σεναριογραφία με την υποκριτική είναι αλληλένδετα. Γράφοντας με βοηθά να κατανοώ πολύ περισσότερο τους χαρακτήρες που υποδύομαι, την ψυχοσύνθεση τους, όχι μόνο σε κάτι δικό μου. Έτσι πίστεψα ότι θα μπορούσα να προσφέρω μέσα από το γράψιμο και το ευτύχημα είναι ότι πίστεψαν σε μένα και κάποιοι άλλοι άνθρωποι και συγκεκριμένα ο Νείλος Ιακώβου για να μου εμπιστευθεί μια ιδέα που είχε, με αποτέλεσμα να γράψω τη «Λίμνη» την οποία και σκηνοθέτησε για το ΡΙΚ.

Τι σου αρέσει να γράφεις συνήθως;
Δράμα, κοινωνικό, περιπέτεια, αστυνομικό. Όλες οι ιστορίες φυσικά, άσχετα με το είδος, να έχουν ως αντικείμενο την ανθρώπινη φύση. Όχι τα εντυπωσιακά εφέ, ή τα σκηνικά και τα κοστούμια σε πρώτο πλάνο ενώ η πλοκή ή το έμψυχο δυναμικό της ιστορίας να αφήνεται σε δεύτερη μοίρα. Αντλώ την έμπνευσή μου απ’ τους ανθρώπους και τις συμπεριφορές τους έτσι και το γράψιμο μου είναι μια “επέμβαση” στη ψυχή του ανθρώπου, ένα ταξίδι με άλλα λόγια με όλα τα συνεπακόλουθα.

Φέτος πώς βλέπεις την Κυπριακή τηλεόραση; Και γενικότερα τα τελευταία χρόνια ποια άποψη έχεις για τις κυπριακές σειρές;
Όλα μπάχαλο φέτος (χαμογελά). Τα τελευταία χρόνια κάναμε δειλά αλλά σταθερά βήματα στην αναβάθμιση του τηλεοπτικού σκηνικού. Γίνονταν κάποιες δουλειές με αξιοπρέπεια και μεράκι. Κι εκεί που πιστέψαμε ότι θα γίνονταν καλύτερα τα πράγματα, με την βοήθεια της “θεάς” κρίσης πέφτουν κατακόρυφα οι προϋπολογισμοί και οι σειρές γίνονται καθημερινές, εκεί που προσβλέπαμε ότι θα φτάναμε επιτέλους στις εβδομαδιαίες. Έχουμε πιάσει την κατηφόρα και δεν μας βλέπω να φρενάρουμε σύντομα. Σε μια χώρα όπου, αυτή τη στιγμή, η συντριπτική πλειοψηφία των τηλεοπτικών σειρών είναι σαπουνόπερες, ενώ το κρατικό κανάλι οδεύει προς το γκρεμό, τότε δεν χρειάζεται και ιδιαίτερη ανάλυση για να δεις ότι εγείρεται τεράστιο θέμα.

Θα έλεγες «ναι» σε μια σειρά αν δεν σου άρεσε το σενάριο και η ομάδα συντελεστών της σειράς;
Όχι, έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες.

Η τελευταία σου ταινία μικρού μήκους έχει βραβευτεί. Να μιλήσουμε λίγο γι αυτή;
Η ταινία ονομάζεται “The Immortalizer” και διαδραματίζεται το 1878. Ένας Τούρκος άρχοντας, λόγω του θανάτου της κόρης του, κάνει ένα ταξίδι που διαρκεί ολόκληρο 24ωρο για να βρει και να φέρει πίσω μαζί του κάποιο Χριστιανό, που έχει ακούσει ότι κρατάει τους ανθρώπους ζωντανούς. Μέσα από μια δύσκολη διαδρομή επιστρέφουν επιτέλους στο αρχοντικό και ο “Immortalizer” αναλαμβάνει… Δημιουργός είναι ο Μαριος Πιπερίδης -σενάριο, σκηνοθεσία, παραγωγή. Έχει διακριθεί στα πλαίσια του διεθνούς φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Κύπρου με τρεις βραβεύσεις: καλύτερης ταινίας, πρώτου ανδρικού και καλύτερου ήχου. Είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι με το Μάριο ως σκηνοθέτη αλλά ευτυχώς η δεύτερη ως παραγωγός. Είχα γνωρίσει τον Πιπερίδη στα γυρίσματα της ταινίας του Χρίστου Σιοπαχά “Πέντε Σελίνια Νάυλον” όπου είχα λάβει μέρος με τον Μάριο ως παραγωγό. Με το πέρας των γυρισμάτων ο Μάριος μου “εκμυστηρεύτηκε” ότι με σκεφτόταν για τον κύριο του ρόλο στο “The Immortalizer” στέλνοντάς μου και το σενάριο. Το διάβασα κι έπαθα πλάκα. Του είπα ότι θέλω οπωσδήποτε να παίξω. Τελικά μου έκανε τη χάρη (γέλια).  Ευτυχώς!

Αν κάποιος δεν είδε την ταινία και θέλει να την δει, υπάρχει τρόπος;
Η ταινία, από όσα εγώ γνωρίζω, βρίσκεται προ των πυλών διαφόρων φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Τώρα πως και πότε θα είναι σε θέση κάποιος να την παρακολουθήσει αυτό θα γίνει γνωστό σε κατοπινό στάδιο, μάλλον μέσα από τα ΜΜΕ, μέσα κοινωνικής δικτύωσης κτλ.

Ο κυπριακός κινηματογράφος που βρίσκεται κατά την άποψη σου;
Ο κυπριακός κινηματογράφος βρίσκεται στον αναπνευστήρα. Οι Κύπριοι δημιουργοί παλεύουν με νύχια και με δόντια, κυρίως λόγω οικονομικών, να κρατήσουν την τέχνη αυτή ζωντανή, ειδικά τώρα με την κρίση που οι πόροι χρηματοδότησης είναι πλέον ανύπαρκτοι. Δεν υπάρχει βιομηχανία στο νησί. Οι ταινίες μεγάλους μήκους σχεδόν ανύπαρκτες, μία το πολύ δύο κάθε χρόνο και οι μικρού μήκους λίγο περισσότερες.

Το υπουργείο παιδείας και πολιτισμού συμβάλει στην ανάπτυξη του κυπριακού κινηματογράφου;
Η κύρια πηγή χρηματοδότησης είτε πρόκειται για ντοκιμαντέρ, μεγάλου ή μικρού μήκους ταινία είναι οι πολιτιστικές υπηρεσίες του υπουργείου παιδείας. Γι αυτό έχω αναφέρει πιο πάνω ότι δεν υπάρχει βιομηχανία. Δεν υπάρχουν τα ιδιωτικά κεφάλαια για να επενδυθούν στον κινηματογράφο. Δεν έχουν δοθεί μάλλον τα κατάλληλα κίνητρα μέχρι τώρα. Και σήμερα που η κρίση δεν άφησε τίποτα όρθιο, το πρώτο που έχει παρασύρει στον τομέα μας είναι τον κινηματογράφο. Οι κρατικές χορηγίες έχουν παγώσει για τα επόμενα 3 χρόνια τουλάχιστον. Η ΣΕΚΙΝ θα δεχτεί και πάλι αιτήσεις για υλοποίηση κινηματογραφικών ταινιών, μετά το 2016.

Κάποιοι λένε ότι και η κυπριακή τηλεόραση, το κυπριακό θέατρο και ο κυπριακός κινηματογράφος έχουν γεμίσει με «κλίκες» οι οποίες δεν αφήνουν νέα ταλέντα να εισχωρήσουν στο χώρο. Ποια η γνώμη σου;
Κλίκες υπάρχουν παντού. Ακόμη και στο Χόλιγουντ. Πόσο μάλλον σε μια χώρα που το ρουσφέτι είναι εθνικό σπορ. Αλίμονο να μην υπήρχαν. Κλίκες και συμπάθειες υπάρχουν και στον ιδιωτικό αλλά και στο δημόσιο τομέα. Κάποιες είναι κατανοητές και εξηγούμαι: όταν μια ομάδα ανθρώπων παράγει κάτι αξιόλογο, με όραμα και δεν επαναπαύεται τότε δεν υπάρχει και λόγος να διαλυθεί για να ικανοποιήσει κάποιους που την αποκαλούν «κλίκα», δεδομένου φυσικά ότι δίνει κατά καιρούς την ευκαιρία σε κάποια νέα παιδιά που αξίζουν, γιατί αυτό επιβάλλεται. Δυστυχώς κάποιες φορές εισχωρούν σ’ αυτές τις ομάδες άτομα/ηθοποιοί ή άνθρωποι που αυτοαποκαλούνται ηθοποιοί όχι με βάση τις ικανότητες τους ή τις ανάγκες του έργου που θα παραχθεί, αλλά με τις γνωριμίες τους και μόνο. Πιστεύω όμως ότι αυτές οι περιπτώσεις έχουν ημερομηνία λήξης και στην τελική αργά ή γρήγορα αυτοί που αξίζουν θ’ ανταμειφθούν, εφόσον φυσικά αντέξουν.

Τελικά ηθοποιός σημαίνει φως; Πρέπει να σημαίνει φως;
Εάν θεωρήσουμε ότι το φως στη ζωή μεταφράζεται σε πολιτισμό για ένα κράτος, τότε ο ηθοποιός οφείλει να πρωτοστατεί, να σηκώνει το βάρος που του αναλογεί, και να βεβαιώνεται ότι η φλόγα διατηρείται ανέπαφη να φουντώνει συνεχώς ώστε να αποφευχθεί η μαυρίλα και η σκουριά του πνευματικού μας επιπέδου.

Ποια η γνώμη σου για τους μη επαγγελματίες ηθοποιούς που λαμβάνουν μέρος σε κυπριακές σειρές όχι ως κομπάρσοι αλλά ως ηθοποιοί;
Δικαίωμα στη τέχνη έχουμε όλοι όπως και ευθύνες. Ας πάρουν κάποιοι επιτέλους τις ευθύνες τους, που εργοδοτούν άτομα, τα οποία εμφανίζονται στο χώρο για λάθος λόγους είτε από δική τους αφέλεια είτε κάποιων άλλων. Το κατακριτέο δεν είναι αν έχουν, δογματικά, εκπαιδευτεί σε μια σχολή ή όχι. Στο κάτω κάτω η υποκριτική δεν είναι θεωρία αλλά πράξη. Ότι αξίζεις το δείχνεις στη σκηνή, στο γυαλί κτλ. Όταν όμως βλέπεις, ιδιαίτερα τηλεοπτικά, ανθρώπους με μηδαμινές, ανύπαρκτες σχεδόν υποκριτικές ικανότητες (και εδώ είναι εν μέρη σημαντική η εκπαίδευση) που δεν μπορούν καλά καλά να σταθούν μπροστά απ’ τη κάμερα ή να αρθρώσουν τουλάχιστον φυσιολογικά, να ενσαρκώνουν ρόλους, τότε αυτό είναι κατάντια. Και στις πλείστες των περιπτώσεων γίνεται εκμετάλλευση των ατόμων αυτών πνευματικά και οικονομικά, ενώ ξαφνικά, κάποια στιγμή βρίσκονται παρατημένοι στο περιθώριο γιατί, πολύ φυσικά, δεν υπάρχει πλέον χώρος γι αυτούς. Ο υποψήφιος “εραστής της τέχνης” έχει δοκιμαστεί, έχει ξεζουμιστεί, και έχει πεταχτεί.

Γιάννη αυτό το καιρό που σε βρίσκουμε επαγγελματικά;
Στις πρόβες για την παράσταση “Η θεία Χούλια και ο συγγραφέας”, ένα μυθιστόρημα του Mario Vargas το οποίο έχει μεταφερθεί στο σανίδι από τη Βαλεντίνα Σοφοκλέους, που κάνει και την παραγωγή και σκηνοθεσία. Βγαίνουμε πρεμιέρα στις 20 Νοεμβρίου στο Antonakis’ Bar στη Λευκωσία, μένουμε εκεί 22, 23 και 29 Νοεμβρίου ερχόμαστε Λάρνακα στο Δημοτικό Θέατρο.

Αν σου δινόταν η ευκαιρία θα ζούσες και θα εργαζόσουν εκτός Κύπρου και γιατί;
Φυσικά. Γιατί στις Ευρωπαϊκές χώρες όπως και στην Αμερική υπάρχει τεράστια βιομηχανία, κινηματογραφικά και θεατρικά, αλλά εξίσου μεγάλος είναι και ο ανταγωνισμός. Στην Ευρώπη όμως, είναι κατ’ αρχήν δύσκολο λόγω γλώσσας ενώ στην Αμερική λόγω βίζας, πέρα από τον αγώνα στον ίδιο τον χώρο. Εν πάση περιπτώσει, είμαι απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι στην Κύπρο το ταλέντο υπάρχει και ποιοτικά και ποσοτικά σε όλα τα πόστα για να γίνουν, όπως και γίνονται κατά καιρούς αξιοπρεπέστατες δουλειές, και είμαι βέβαιος ότι μπορεί η Κύπρος να βγει με αξιώσεις εκτός συνόρων, τουλάχιστον κινηματογραφικά. Φτάνει να αγκαλιαστεί ακόμη πιο ζεστά η όλη προσπάθεια και από τις πολιτιστικές υπηρεσίες του κράτους αλλά και από ιδιωτικές πρωτοβουλίες με τα ανάλογα κρατικά κίνητρα, ειδικά σε περιόδους κρίσης.

Τέλος, ποια τα επαγγελματικά σου σχέδια για το μέλλον;
Τώρα έχουν πλέον αλλάξει με την παρούσα κατάσταση…..Δυσοίωνο το εγγύς, τουλάχιστον, μέλλον. Ηθικό ακμαιότατο και… “κάτι ψήνεται” στο θέατρο!

Share:

Share on facebook
Facebook
Share on twitter
Twitter
Share on pinterest
Pinterest
Share on linkedin
LinkedIn
On Key

Related Posts

Ακόμη μια βιβλιοπαρουσίαση για παιδιά στη Κοινοτική Βιβλίοθήκη Ορόκλινης με τη συγγραφέα Αικατερίνη Ζένιου

Αυτό το Σάββατο, η Παιδική Λέσχη Φιλαναγνωσίας της Βιβλιοθήκης του Κοινοτικού Συμβουλίου Ορόκλινης, φιλοξενεί την συγγραφέα Αικατερίνη Ζένιου, και μας παρουσιάζει διαδραστικά το παραμύθι “ΖΗΤΕΙΤΑΙ

error: Content is protected !!