Mάσκες και στολές διηγούνται τις δικές τους ιστορίες….

venice car

Τέσσερις μικροί συγγραφείς,  του μαθήματος Δημιουργικής Γραφής (το οποίο διδάσκει η δημοσιογράφος και αρχισυντάκτρια του Skala Times Γιώτα Δημητρίου στο Ίδρυμα Πολιτιστικής Δημιουργίας Λάρνακας), γίνονται για λίγο “μάσκα” ή “αποκριάτικη στολή” και μας διηγούνται τη δικιά τους ιστορία….

Το κουστούμι που δεν το διάλεγε κανείς!

Συγγραφέας: Αυγή Σταματάρη
11 ετών

Σήμερα είναι Παρασκευή πρωί κι εγώ ακόμη βρίσκομαι στο ράφι λες και είμαι αόρατη κι όσο κι αν φωνάζω δεν με ακούει κανείς.
Εδώ και δύο βδομάδες περιμένω να έρθει κάποιος να με φορέσει στη μεγάλη μέρα των καρναβαλιών που θα είναι σε δύο μέρες.
Μα τι να περιμένω! Κύπρος είναι εδώ,συγκεκριμένα. Άρα, άδικος κόπος. Ήρθα απ’ την Ιταλία,ένα τόσο όμορφο κουστούμι και κανείς δεν με αναζητάει. Όποιος περνάει από τη γωνιά μου είναι επειδή θέλει να πάει στο διάδρομο με τη στολή “μαζορέτα ζόμπι, λες και αυτή η στολή τους έχει μαγνητίσει όλους”.Δηλαδή τι έχει αυτή που να μην το έχω εγώ; Για πες μου. Εγώ έχω γεμίσει σκόνη και ιστούς απ’ τις αράχνες λες και με τυλίγουν για να με φάνε για πρόγευμα από τότε που βρίσκομαι εδώ. Όλοι οι φίλοι μου έχουν φύγει, το αγγελάκι, η αραχνούλα, η χιονάτη. Μα εγώ έχω μείνει στο ράφι, κυριολεκτικά!
Ξαφνικά: “Γιώτα,για έλα να δεις εδώ, υπάρχει στολή μαζορέρα ζόμπι! Και είναι και πολύ ωραία. Έχει ένα όμορφο μπλε και κόκκινο φορεματάκι με άσπρο σχισμένο καλτσόν, αθλήτικά, μια περούκα με αλογοουρά και το καλύτερο…. δύο….” άκουσα μια μητέρα να λέει στο κοριτσάκι της. Μα η μικρή δε άφησε τη μητέρα της να τελειώσει τη κουβέντα της και άρχισε να της λέει “όχι,αυτή θέλω” δείχνοντας εμένα.
Εγώ δεν πίστευα στα μάτια μου και η αλήθεια είναι πως δεν έβλεπα και καθαρά απ’ τις σκόνες.
-“Μα αυτή έχει και μπονμπον”
-”Όχι! Αυτή θέλω”
-”Καλά παιδί μου”
Τότε ξαφνικά το κοριτσάκι με αρπάζει με ενθουσιασμό και με παίρνει στο ταμείο τσιρίζοντας απ’ τη χαρά της.
-”Τι θα φορέσεις τελικά;” ρώτησε ο καταστηματάρχης.
-”Θα ντυθώ….. συγχυσμένη ποδοσφαιρίστρια” απάντησε όλο χαρά το κοριτσάκι κρατώντας με σφικτά στην αγκαλιά της.

Ένας χορός

Συγγραφέας: Στέφανος Μαυρομιχάλης
10 ετών

Εκεί κάτω στα νερά της Βενετίας, έκαναν χορό οι γόνδολες, μια από δω μια από κει, σαν ένα κοπάδι από αλλιώτικες βάρκες.
Τυχαία, εκεί βαθιά βρήκα ένα πενταστέρι με μια λάμψη σαν μια ηλιακτίδα που διασχίζει το άγνωστο και τότε άρχισε να μιλάει
– Πώς βρέθηκες εδώ;
– Εκεί που ήμουν το κεφάλι της Μηλαίδης που ήταν γυναίκα του Λόρδου Αλέξανδρου βγήκαν έξω στο τσουχτερό κρύο και άρχισαν να καβγαδίζουν. Ξαφνικά ένιωσα το κεφάλι της Μηλαίδης να βράζει λες και ήταν ηφαίστειο. Τότε με πήρε, με έσχισε και με έριξε στα κρύα νερά, λες και ήμουν ένα τίποτα. Αν είδα καλά, η Μηλαίδη έφυγε κι εγώ έμεινα εδώ κάτω μέχρι που βρήκα εσένα.
-Τι σκέφτεσαι να κάνεις;
– Να μείνω εδώ μέχρι να γεράσω…
-Αυτό δεν θα γίνει! Θες να σπάσουμε πλάκα;
– Πώς;
-Λίγο πιο κάτω έχω τη παρέα μου, διάφοροι χαρακτήρες, θα σου αρέσει.
-Εντάξει…πάμε!
Λίγο πιο μετά….
– Πω πω! Πόσα άτομα!
– Στο είχα πει!
– Θες παρτενέρ για το χορό;
– Σίγουρα!
-Μία από εδώ ο Μάηκη, Μάηκη από εδώ η Μία…..

 

Η περιπέτεια της μάσκας

Συγγραφέας: Αναστασία Χριστοφίδου
10 ετών

Ήταν ένα ολοσκότεινο βράδυ, τα άστρα κρύβονταν πίσω από το γκρι χρώμα των σύννεφων. Γιατί;
Διότι αδιάφανες δυνατές σταγόνες έπεφταν σαν καταρράχτες. Ήταν 7.30 το βράδυ. Το κοριτσάκι με το όνομα Ντίβενς φόρεσε ένα κουστούμι Vampirina. Το χρώμα του ήταν μαύρο σκούρο σαν την κόλαση με κόκκινες λεπτομέρειες σαν τριαντάφυλλα. Η Ντίβενς με πήρε με το δυνατό της χέρι. Με έδεσε πολύ σφικτά με το κόκκινο σαν φωτιά σχοινί που είχα. Ήμασταν έτοιμες.
Μετά από πέντε λεπτά… Στο κέντρο της Βενετίας, στην Ιταλία, γινόταν ένα Αποκριάτικο πάρτυ. Όλη η Βενετία ήταν μαζεμένη εκεί. Πέρασε αρκετή ώρα και η Ντίβενς με έβγαλε από το αθώο προσωπάκι της Με άφησε σε μια γωνιά ενός άσπρου σαν χιόνι τραπεζιού. Από εκεί περνούσε κάποιος – ποιος; δε γνωρίζω. Με άρπαξε με τα κρύα χέρια του. Μπήκε στο αμάξι του που ήταν ροζ σαν τον ροζ Πάνθηρα και με πήρε πολύ μακριά κοντά στη θάλασσα. Με έριξε απότομα μέσα στα κρύα νερά και έπεσα σε μία βάρκα. Αυτή η βάρκα με πήρε στα νερά της Λεμεσού στη Κύπρο.
Ένα πολύ φτωχό κοριτσάκι καθώς έκλαιγε γιατί δεν είχε χρήματα για να μασκαρευτεί για το μεγάλο αποκριάτικο καρναβάλι, με είδε και κατενθουσιάστηκε. Με φόρεσε και τότε μια μωβ σκόνη βρέθηκε γύρω της και έλαμψε. Τότε, ξαφνικά, μια λαμπερή στολή εμφανίστηκε στο μαλακό σωματάκι της. Χάρηκε τόσο πολύ η μικρή που έτρεξε σαν τσίτα και έφτασε στην Καρναβαλίστικη παρέλαση….Και το γλέντι ξεκίνησε για μένα αλλά και για την καινούρια μου φίλη.

Μια ιστορία με happy end

Συγγραφέας: Νικολέτα Λουκά
13 ετών

Καθόμουνα μέσα στην αναπαυτική κόκκινη βελούδινη θήκη, πάνω στην ξύλινη τουαλέτα και έβλεπα την Τάνια να ετοιμάζεται για την περίφημη βενετσιάνικη παρέλαση. Ω ήμουν σίγουρη πως θα έκλεβε την παράσταση με εμένα να την κάνω να μοιάζει σαν σωστή πριγκίπισσα. Με μια απαλή κίνηση με τοποθέτησε γύρω από τα μεγάλα μάτια της. Έπρεπε να με ευχαριστεί, της έδινα μία πραγματικά μοναδική πινελιά που κανείς άλλος δεν θα είχε.
Φτάσαμε στην παρέλαση. Η Τάνια έτρεχε ανέμελα εδώ κι εκεί απολαμβάνοντας τις ζωηρές μουσικές ενώ εγώ τρομοκρατημένη προσπαθούσα να κρατηθώ αφού καθώς έτρεχε ήμουν έτοιμη να πέσω. Έβλεπα γύρω μου τις άλλες μάσκες που το έπαιζαν σπουδαίες. Εντάξει, καλές ήταν, μα καμία σαν εμένα. Την λεπτομέρεια, την τσαχπινιά και την λάμψη μου καμία δεν την είχε.
Μια τιρκουάζ μάσκα με ασημένιο στρας με κοιτούσε με ένα υπεροπτικό υφάκι αλλά εγώ σιγά μην πτοηθώ από μία φτηνιάρικη μάσκα απ’ τον μπακάλη. Εγώ είμαι φτιαγμένη από επώνυμη σχεδιάστρια μόδας, άσε που κοστίζω και μια περιουσία.
Ένα μοχθηρό κορίτσι με αλαζονικό βλέμμα που φορούσε μια πορτοκαλιά μάσκα πλησίασε απειλητικά την Τάνια. Έβγαζε σπίθες από απ’ τα μάτια της και φαινόταν πως ήταν έτοιμη να επιτεθεί. Απ’ το πρώτο της κιόλας βήμα κοντά στη Τάνια άρχισα να την κοροϊδεύω πως η μάσκα της μοιάζει με σαπισμένη καραμέλα. Εγώ είμαι φτιαγμένη από τα ακριβότερα υλικά και τολμάει να με αποκαλεί έτσι αυτό το στριμμένο παλιοκόριτσο. Με μια βίαιη κίνηση με άρπαξε και καθώς στεκόμασταν στην Γέφυρα των Στεναγμών με έριξε κάτω.
Βούτηξα απαλά στα παγωμένα νερά και ένιωσα την καρδιά μου να βουλιάζει σε μια θάλασσα θλίψης και οργής.
Το νερό έρεε γαλήνια και εγώ ταξίδευα μαζί του δίπλα από τις επιβλητικές γόνδολες και διάφορους μασκαραμένους ανθρώπους.
Η στιγμή που έπεφτα στο νερό έπαιξε και ξανάπαιζε στο μυαλό μου σαν παλιά βουβή ταινία.
Τί έκανα για να αξίζω τέτοια ατυχία; Τέτοια ταπείνωση, εγώ μια πανάκριβη μάσκα; Τελικά έχει σημασία πόσο ακριβή ή φτηνή είσαι; Ή από ποιον οίκο μόδας προέρχεσαι;
Και καθώς βυθιζόμουν στην σκέψη και κάπου κάπου σε κάτι τύψεις, ένιωσα ένα χέρι να με τραβά απ’ το νερό και να με στραγγίζει τρυφερά και με αγάπη.
‘Ηταν η Τάνια! Είχα σωθεί!
Με έβαλε με μια γλυκιά κίνηση στο πρόσωπο της και ένα ευτυχισμένο χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπο της. Ήταν το τέλειο αντίδοτο στην πληγή μου αλλά και το happy end στην αποκριάτικη περιπέτεια μου.

Share:

Share on facebook
Facebook
Share on twitter
Twitter
Share on pinterest
Pinterest
Share on linkedin
LinkedIn
On Key

Related Posts

Δήμος Λάρνακας: Ανακοίνωση για τη Σχολή Θαλάσσιων Επιστημών, Τεχνολογίας και Βιώσιμης ανάπτυξης

ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΠΛΑΝΟ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024 συνάντηση του Δημάρχου

error: Content is protected !!